............................................................................................................Social & Political Scinces
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
.......................«Πολιτεία που δεν έχει σαν βάση της την παιδεία, είναι οικοδομή πάνω στην άμμο».

Αδαμάντιος Κοραής (1748 – 1833)

γιατρός και φιλόλογος, από τους πρωτεργάτες του νεοελληνικού διαφωτισμού.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

..."Σκέφτομαι πως αυτά τα τρία συστατικά πρέπει νά 'χει η ζωή: το μεγάλο, το ωραίο και το συγκλονιστικό. Το μεγάλο είναι να βρίσκεσαι μέσα στην πάλη για μια καλύτερη ζωή. Όποιος δεν το κάνει αυτό, σέρνεται πίσω απ' τη ζωή. Το ωραίο είναι κάθε τι που στολίζει τη ζωή. Η μουσική, τα λουλούδια, η ποίηση. Το συγκλονιστικό είναι η αγάπη... Νίκος Μπελογιάννης

ΥΦΟΣ

ΥΦΟΣ
............................................................. ΥΦΟΣ Γράμματα, τέχνες, βιβλίο, πολιτισμός

Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2018

Νίκος Πουλαντζάς, ο σημαντικότερος μαρξιστής θεωρητικός του κράτους, της μεταπολεμικής περιόδου

Νίκος Πουλαντζάς: Ο σπουδαίος θεωρητικός του Mαρξισμού

Κατά τον γνωστό κοινωνιολόγο και πολιτικό επιστήμονα Μπομπ Τζέσοπ, ο Νίκος Πουλαντζάς υπήρξε ο σημαντικότερος μαρξιστής θεωρητικός του κράτους, της μεταπολεμικής περιόδου. Πέρα από το έργο του, το οποίο γνώρισε μεγάλη διάδοση σε πολλές χώρες και ιδιαίτερα στη Λατινική Αμερική, ο Πουλαντζάς είχε ενεργό ανάμειξη στο αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα της Γαλλίας και της Ελλάδας (μέλος του ΚΚΕ και μετά το 1968, του ΚΚΕ εσωτερικού).
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 21 Σεπτεμβρίου του 1936. Σπούδασε νομικά και κοινωνικές επιστήμες σε Αθήνα, Χαϊδελβέργη και Παρίσι, στο οποίο εγκαταστάθηκε από το 1961. Μέχρι την αυτοκτονία του, στις 3 Οκτωβρίου του 1979, ήταν Καθηγητής Κοινωνιολογίας στο 8ο Πανεπιστήμιο του Παρισιού και Διευθυντής Σπουδών στην Ecole Pratique des Hautes Etudes.
Έγινε παγκοσμίως γνωστός για τη θεωρητική συνεισφορά του στην ανάλυση του καπιταλιστικού κράτους, του κράτους εκτάκτου ανάγκης (φασισμός, φασιστικές δικτατορίες), των κοινωνικών τάξεων, των σχέσεων εξουσίας και της σοσιαλιστικής στρατηγικής.
«Ο σοσιαλισμός ή θα είναι δημοκρατικός 
ή δεν θα είναι σοσιαλισμός» Νίκος Πουλαντζάς
Αν και η Γαλλία ήταν ο τόπος διαμόρφωσης της θεωρητικής του σκέψης, η Ελλάδα ήταν ο χώρος που η σκέψη αυτή εκφράστηκε εμπράκτως. Συμμετείχε ενεργά στο φοιτητικό κίνημα μέσα από τη Νεολαία της ΕΔΑ, υπήρξε μέλος του παράνομου ΚΚΕ και μετά τη διάσπαση του κόμματος το 1968, συντάχθηκε με το ΚΚΕ Εσωτερικού.
Μετά την πτώση της δικτατορίας επέστρεψε στην Ελλάδα και στρατεύτηκε στην Ανανεωτική Αριστερά (ΚΚΕ Εσωτερικού). Με πληθώρα άρθρων και συνεντεύξεων, που μαρτυρούν την αγωνία του για τις εξελίξεις που ακολούθησαν τη Μεταπολίτευση, έδωσε σειρά διαλέξεων στην Πάντειο (1975-1976), με βασικό θέμα τις θεωρίες περί κράτους. Αποδεχόμενος την πρόσκληση της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας του Κωνσταντίνου Καραμανλή, συμμετείχε στις εργασίες για τη σύνταξη του νόμου για τα ΑΕΙ.
Το "Φασισμός και Δικτατορία" του Νίκου Πουλαντζά, είναι ένα από τα σπουδαιότερα έργα, αν όχι το σπουδαιότερο, που γράφτηκαν για την άνοδο του φασισμού στην Ιταλία και τη Γερμανία κατά τον Μεσοπόλεμο, την εμπέδωσή τους στην εξουσία και την άσκησή της από το ναζιστικό (Γερμανία) και το φασιστικό (Ιταλία) κόμμα. Πιο συγκεκριμένα, ο Πουλαντζάς προσπάθησε να δώσει απάντηση στο ερώτημα της τεράστιας κοινωνικής-αστικής και λαϊκής- βάσης του φασισμού. Ήτοι, ανέδειξε τη διαδικασία και το αποτέλεσμα του εκφασισμού των αντίστοιχων χωρών. Αυτός ο εκφασισμός ερμηνεύει τη συμπαράταξη φασισμού και κοινωνικού σώματος στους σκοπούς και τα μέσα. Χωρίς αυτή την ομοιογενοποίηση που επέφερε ο εκφασισμός, ούτε η Γερμανία ούτε η Ιταλία θα μπορούσαν να έχουν την τεράστια δύναμη που είχαν συγκεντρώσει στις παραμονές του πολέμου. Κι ούτε θα μπορούσαν να τον διεξαγάγουν με τον τρόπο που τον διεξήγαγαν, η μεν Ιταλία ώσπου κατέρρευσε στρατιωτικά (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 1943), η δε Γερμανία ώσπου συντρίφτηκε ολοσχερώς στρατιωτικά τον Μάη του 1945 κάτω από τα συνδυασμένα πλήγματα, από Ανατολή και Δύση, των συμμαχικών στρατιών αλλά και των δυνάμεων της Αντίστασης των κατεχομένων ευρωπαϊκών χωρών.
Στην Ελλάδα κυκλοφορούν τα βιβλία του: 
- Οι κοινωνικές τάξεις στον σύγχρονο καπιταλισμό, 
- Πολιτική εξουσία και κοινωνικές τάξεις, 
- Για τον Γκράμσι: Μεταξύ Σαρτρ και Αλτουσέρ, 
- Το κράτος, η εξουσία, ο σοσιαλισμός, 
- Φασισμός και δικτατορία, 
- Προβλήματα του σύγχρονου κράτους και του φασιστικού φαινομένου (μαζί με τους Ρ. Μίλιμπαντ και Ζ.-Π. Φάυ), 
- Η κρίση των δικτατοριών: Πορτογαλία, Ελλάδα, Ισπανία.

___________

Τρίτη 15 Μαΐου 2018

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΩΣ ΗΘΙΚΗ



Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΩΣ ΗΘΙΚΗ
Γράφει ο Φώτης Καγγελάρης[1]

Συμβολή στην παρουσίαση του βιβλίου 
του Κώστα Λάμπου 
«Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ» 
εκδ. Κουκκίδα, που έγινε στο «Ενναλακτικό Βιβλιοπωλείο», Θεμιστοκλέους 37, Αθήνα, την Παρασκευή 15/12/2017.



ΕΙΣΑΓΩΓΗ

O Kώστας Λάμπος στο βιβλίο του αυτό καταπιάνεται μ’ ένα από τα πιο σημαντικά κεφάλαια στην ιστορία του ανθρώπου αυτό της «ατομικής ιδιοκτησίας», και μάλιστα, ανάμεσα σε δύο έννοιες με ιδιαίτερη συμβολική και σημασιολογική βαρύτητα, αυτές της «γέννησης» και του «θανάτου».
Ομολογώ την αμηχανία μου να παρουσιάσω ένα βιβλίο μ’ ένα τέτοιο θέμα, αφενός λόγω της τεράστιας σημασίας του αφετέρου λόγω του ότι δεν γράφω αμιγώς πολιτικά κείμενα, παρότι όλα μου σχεδόν τα κείμενα είναι πολιτικά. Επί πλέον συνέπεσε χρονικά μ’ ένα άλλο, δύσκολο για μένα, αυτής της περιόδου, κείμενο την « Έννοια της ανεξαρτησίας στο σύγχρονο κόσμο», που αποτελούσε συμμετοχή της Ελλάδας στο ανάλογο πρότζεκτ της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πως να καταπιαστείς μ’ ένα τέτοιο θέμα και πως να το παρουσιάσεις όταν έχουν ασχοληθεί με αυτό πολιτικοί φιλόσοφοι, ενδεικτικά αναφέρω, σαν τον Marx, τον Engels, τον Bakounine, τον Blanqui, ή τον Proudhon ή στο πλαίσιο της κλασσικής φιλοσοφίας ο Lockeo Hobbes κ.α. Και βέβαια ο Hegel του οποίου το πρώτο κεφάλαιο της «Φιλοσοφίας Δικαίου» είναι αφιερωμένο στην ιδιοκτησία. ($$ 41-71).
Αλλά μήπως και η θρησκεία δεν είχε λόγο επ’ αυτού, συχνά με αντιφατικό τρόπο, όταν πχ. λέει «πιο εύκολα θα περάσει κάβος από μάτι καρφίτσας παρά πλούσιος στον Παράδεισο» ή «αφήστε τα όλα και ακολουθήστε με» ή «δώσε τον ένα σου χιτώνα» ενώ, από την άλλη μεριά, στο πλαίσιο πάντα της ίδιας θρησκείας, ο Προτεσταντισμός ισχυρίζεται ότι είναι καθήκον του ανθρώπου να πλουτίσει, δηλαδή να κατέχει. Γι’ αυτό και σήμερα οι πιο πλούσιες χώρες του κόσμου είναι αυτές με το αντίστοιχο δόγμα. Είναι σημειολογικά χαρακτηριστικό της αντίφασης αυτής, ότι το χρώμα των χαρτονομισμάτων στις προτεσταντικές χώρες, πριν το ευρώ, ήταν έντονο και ζωηρό σε αντίθεση με τις καθολικές χώρες όπου το χρώμα ήταν σβησμένο και υποτονικό, να περνά όσο γίνεται απαρατήρητο, μη ενοχικά για τον κάτοχο τους.
Αλλά και οι άλλες θρησκείες του πλανήτη ασχολήθηκαν επισταμένα με το θέμα μας, πχ η μόνη ιδιοκτησία που έχει ο βουδιστής μοναχός είναι το ράσο του και το πιάτο μέσα στο οποίο οι πιστοί του εναποθέτουν τη φτωχική, από το υστέρημα τους, τροφή.
Στον δε Ινδουϊσμό, ο μοναχός δεν κατέχει ούτε το ένδυμα του. Ολόγυμνους θα δείτε τους Αγίους, βόρεια του Varanasi.
Μα και στις κοινωνικές ομάδες της υποσαχάριας Αφρικής, του Ειρηνικού, της λεκάνης του Αμαζονίου και του Οrinocoδεν τίθεται άραγε το θέμα της ιδιοκτησίας, όπως αντίστοιχα ετέθη στα κοινόβια των ‘60ς ή στην «Ουτοπία» του φιλοσοφικού και πολιτειακού συστήματος του ThMore, 300 χρόνια νωρίτερα από τη σκέψη του Marx;
Τι είναι αυτή η ιδιοκτησία;
Ο Κώστας Λάμπος τόλμησε να διαπραγματευτεί το ερώτημα και τα κατάφερε. Έτσι, δέχτηκα μετά χαράς την πρόσκληση του, αφού προηγουμένως του είχα εκφράσει την πλήρη εκτίμηση μου, όταν είχα πρωτοδιαβάσει ένα απόσπασμα, σ’ ένα κοινό τόπο συνάντησης, στην ιστοσελίδα της εκπομπής «Ανιχνεύσεις» του Π. Σαββίδη. 

ΕΙΣΗΓΗΣΗ
Ο Κώστας Λάμπος, επιχειρώντας μια βύθιση στην ιστορία, μας λέει ότι ο τρόπος της ζωής μας, δηλαδή, ο τρόπος ζωής που επιβάλλεται ως κοινωνική συνθήκη και η ατομική ιδιοκτησία που υπαγορεύει αυτόν τον τρόπο, δεν είναι ούτε κάτι φυσικό, ούτε κάτι αναπόφευκτο. Η αναδίφηση του «πως» της ιστορίας μας δείχνει, ακριβώς, ότι η αίσθηση που έχουμε περί νοήματος, περί «είναι», περί χρόνου, περί θανάτου, περί εξουσίας, περί σχέσης με τον εαυτό και τον Άλλο είναι απόρροια του κοινωνικού πλαισίου που σφυρηλατεί τη συνείδηση κατά το δοκούν.
Θα πρόσθετα κάτι ακόμα. Ότι το χεγκελιανό «πράγμα» ή το λακανικό «πραγματικό» στην έκφραση τους επί του συμβολικού πεδίου θα εκφραστούν μέσω της γλώσσας, του σημαίνοντος, του κοινωνικού δεσμού από την εκάστοτε μορφή εξουσίας η οποία θα μορφοποιήσει το «πράγμα» κατά το συμφέρον της. Έτσι, η υποταγή, η κανονικοποίηση, η κατανάλωση, η εποπτεία γίνονται οι κατευθυντήριες οδηγίες για τη ζωή, μια ζωή που όχι μόνο δεν μετράει, αλλά που έχει χρέος να μην μετράει, να μην διαμαρτύρεται, να μην αντιστέκεται. Μια ζωή που οφείλει να κινείται στη βάση μιας «κατηγορικής προσταγής» του τύπου: «Κατανάλωσε ή  ενοχοποιήσου- αν δεν μπορείς να καταναλώσεις». Μια ζωή που οφείλει να τείνει στην ομοιομορφία, στην έλλειψη κριτικής, μια ζωή που οφείλει να αυτοευνουχίζεται, δηλαδή, να σημαίνει επιτυχής μέσα στο υπαγορευμένο πλαίσιο, έτσι, όπως προκύπτει, από την αόρατη φωνή του Κυρίου, του Ιδιοκτήτη, του Θεού, της Τηλεόρασης.
Θυμηθείτε εδώ την ανάλυση του Althusser στο «ε, εσύ». Αλλά, και  την Butler όταν εύστοχα υπογραμμίζει την επιθυμία του  «ανήκειν» έναντι του φόβου της αποξένωσης, με κόστος όμως το να μην είσαι αυτός που θέλεις να είσαι. 
Όπως έλεγε ο Marx, αλλοτρίωση δεν είναι μόνο μια οικονομική αξία, αλλά και μια ηθική αξία που αφορά την ζωή. Δηλαδή, η έννοια της υπεραξίας δεν αφορά μόνο την σχέση εργασίας-προϊόντος, αλλά, επίσης, την επιπλέον απόλαυση που προκύπτει από την αλλοτρίωση και κυριαρχία. Ο κυρίαρχος ωστόσο, κυριαρχείται από την κυριαρχία του, δηλαδή, από το ότι δεν μπορεί παρά να αλλοτριώσει την ζωή του άλλου. Η «υπεραπόλαυση», επισημαίνει ο Lacan, είναι η εγγενής ιδιοκτησία του σώματος του Άλλου.

Ο Κώστας Λάμπος μας φέρνει αντιμέτωπους με το τεράστιο πλέγμα της πολιτικό-στρατιωτικό-θρησκευτικής εξουσίας που αναδύεται ως νόμιμος φύλακας της ατομικής ιδιοκτησίας. Μας φέρνει αντιμέτωπους με αυτό που όλοι βιώνουμε, όλοι ζούμε καθημερινά, την διαπότιση της ζωής μας από τους μηχανισμούς εκείνους οι οποίοι δημιουργώντας κοινωνία-κράτος-εξουσία μας καθορίζουν ως κοινωνικά όντα έτσι ώστε να δεχόμαστε να αγωνιστούμε και να πεθάνουμε για μια ατομική ιδιοκτησία ή για το όνειρο της απόκτησής της.
Ο Κώστας Λάμπος βάζει τα πράγματα στη θέση τους. Με την εμβρίθεια ενός ιστορικού, ενός φιλοσόφου και ενός πολιτικού, πολιτικού με την αριστοτελική έννοια της πολιτικής ως ηθικής, μας αναπτύσσει το μόρφωμα της ιδιοκτησίας ως συνισταμένη του νοσούντος κοινωνικού σώματος, αφαιρώντας του τις μεταφυσικές φτερούγες, ότι πρόκειται τάχα για θεϊκή ή μεταφυσική κατάσταση που γειώνεται στο αντίστοιχο κοινωνικό γίγνεσθαι.
Μην ξεχνάμε βέβαια, ότι ο πρώην ιδιοκτήτης της ιστορίας είναι ο Θεός, ο οποίος δεν φτιάχνει απλά τον κόσμο, αλλά, φτιάχνει τον κόσμο του, τον κήπο του, το περιβόλι του εντός του οποίου απαιτεί θεϊκή υπακοή και τάξη επί των υπηκόων  του. Ο Θεός δεν φτιάχνει τον κόσμο για να τον χαρίσει, αλλά, φτιάχνει τον κόσμο για να τον κατέχει. Ο Παράδεισος είναι μια ιδιοκτησία η οποία, όμως, δεν θα είχε νόημα ως τέτοια αν δεν υπήρχε ο άλλος έναντι του οποίου η ιδιοκτησία αποκτά νόημα, παράλληλα με το ότι ο άλλος αυτός είναι, επίσης, κτήση του ίδιου  του κτήτορα. Αφού, λοιπόν, ο Θεός είναι κτήτορας του κόσμου του, που τυχαίνει να είναι όλος ο κόσμος, και ο άνθρωπος «κατ’ εικόνα του»οφείλει να κατέχει το μερίδιο που του αναλογεί επί του κόσμου τούτου.
Όμως, όπως έλεγε ο αείμνηστος Βασίλης Ραφαηλίδης «Η δυστυχία του ανθρώπου αρχίζει από την στιγμή που μπήγει τον πρώτο πάσσαλο στην γη για να ορίσει την γη ως δική του» και ταυτόχρονα, προσθέτω, να απαγορεύσει με θεϊκή εντολή την καταπάτηση της ιδιοκτησίας: «ουκ επιθυμήσεις όσα εν τω πλησίον σου εστί».

Έλεγα, ότι ο Κώστας Λάμπος, τοποθετεί το φαινόμενο της ιδιοκτησίας στην κοινωνική και ιστορική του διάσταση ούτως ώστε το βιβλίο αυτό να είναι, αντίστοιχα, ένα χρηστικό εγχειρίδιο ερμηνείας, όχι μόνο του ίδιου του φαινομένου αλλά και των επιπτώσεων του επί της ιστορίας. Το βιβλίο αυτό ουσιαστικά είναι η μετάφραση του 1789, του 1848, του 1870, του 1917 για να αναφερθώ, μόνο, σε μερικούς σύγχρονους ιστορικούς σταθμούς ή στους αντίστοιχους ελληνικούς, όπως τους ερευνά ο Κώστας Λάμπος, την κομμούνα της Άνδρου ή την κομμούνα της Θεσσαλονίκης.
Θα τολμούσα ακόμα να παρομοιάσω το βιβλίο αυτό με την πρώτη καντιανή «Κριτική». Όπως ο Kant επιχειρεί να μας πει «πως» σκεφτόμαστε, τι είναι το «ορθώς σκέπτεσθαι», έτσι και ο Κώστας Λάμπος, μια για πάντα, μας δίνει τις συντεταγμένες του «σκέπτεσθαι» περί της ατομικής ιδιοκτησίας.

Είπα προηγουμένως, ότι, μεταξύ άλλων, επιχειρεί την ανάλυσή του φαινομένου και ως πολιτικός με την αριστοτελική έννοια. Μην ξεχνάμε ότι ο Αριστοτέλης εντάσσει την Πολιτική στην Ηθική ως κλάδο της φιλοσοφίας. Η Πολιτική, στο βάθος, είναι Ηθική. Και μ’ αυτήν την έννοια, ο Κώστας Λάμπος, το βιβλίο του, είναι βαθύτατα ηθικό, τόσο τουλάχιστον, όσο και βαθύτατα ανθρώπινο. Αλληλέγγυο του συνανθρώπου, αλλά, άλλο τόσο  εξοργιστικό όταν βλέπεις μέσω της ανάλυσής του, ότι το ιδιοκτησιακό καθεστώς απαλλαγμένο από το θρησκευτικό και πολιτικό του ψεύδος αναδύεται ως μια αποκλίνουσα ανθρώπινη κατάσταση η οποία, ακριβώς, ως αποκλίνουσα έχει την ανάγκη μιας διαρκούς «κατάστασης ανάγκης» θα έλεγε ο Agaben, σαν κι’ αυτή που διανύουμε τώρα. Μιας διαρκούς «κατάστασης ανάγκης» που εξωραΐζεται με την υποτιθέμενη ασφάλεια.
Κώστα Λάμπε, εντάσσω το βιβλίο σου αυτό όχι μόνο στα κλασικά της πολιτικής φιλοσοφίας, αλλά, επίσης στα δοκίμια περί Ηθικής, όπως αυτό του Rawls ή του Dworkin, που, παρότι, άπτoνται της οικονομίας ή της δικαιοσύνης είναι βαθύτατα προτάσεις για μια κοινωνία δικαίου, εντός, βέβαια, για τον Rawls και τον Dworkin , του αστικού πλαισίου.
Ο Κώστας Λάμπος, λοιπόν, βαθύτατα ηθικός, ουμανιστής, τέκνο του Διαφωτισμού -θα του άξιζε ένα λήμμα με το όνομά του στην εγκυκλοπαίδεια του D’ Αlamber και του Diderot ή ένα εδάφιο στο λεξικό του Voltaire- ουσιαστικά, επιχειρεί να επαναπροσδιορίσει τη σχέση με τον Άλλον στη βάση μιας ηθικής που επιτρέπει την συνύπαρξη όχι στη βάση του χεγκελιανού κράτους αλλά στη βάση της καντιανής «κατηγορικής προσταγής».

Και στο σημείο αυτό, θα ήθελα να πω, ότι, κατ’ ουσία, ο Κώστας Λάμπος επιχειρεί μια υπέρβαση της διάστασης φυσικό-ηθικό-κοινωνικό. Μας λέει, ότι, αυτό που θεωρούμε ως φυσική κατάσταση, η ιδιοκτησία, είναι η νοσούσα κοινωνική κατάσταση, είναι, για να θυμηθούμε τον Freud, μια διαστροφική συμπεριφορά η οποία έχει παρακάμψει την φυσική οδό του «ανήκειν» στην κοινωνία.
Ο Κώστας Λάμπος, με την ερμηνεία της ιστορίας, μας δείχνει ότι το φυσικό δίκαιο και το ηθικό δίκαιο είναι ταυτόσημα, δεν υπάρχει διάσταση εντός του βιώματος και του ψυχισμού του ανθρώπου παρά μόνο τεχνητά, για λόγους σκοπιμότητας. Ο άνθρωπος δεν είναι ένα κακό παιδί το οποίο χρειάζεται φυλακές και βασανιστήρια για να δει το λάθος του και την οδό που του προτείνει το σύστημα. Ο άνθρωπος έχει, εν τω γεννάσθαι, την δυνατότητα να είναι ηθικό ον, εάν δεν υποστεί την διαστροφή της άνωθεν επιβολής των νόμων, εκείνων που αποβλέπουν στο συμφέρον των ολίγων.
Και για να μην παρεξηγηθώ, δεν λέω ότι ο άνθρωπος γεννιέται ηθικός. Κάθε άλλο. Όπως έλεγε ο Freud, ο πολιτισμός είναι η μετουσίωση και οριοθέτηση των ορμεμφύτων σε κοινωνική επιθυμία, και που ο Marx, στα «Χειρόγραφα του ’44», αποκαλούσε «λοιμώδη ανάσα του πολιτισμού». Εννοώ ότι φέρει μέσα του την δυνατότητα μιας ηθικής τάξης, δηλαδή την δυνατότητα μιας σχέσης με τον Άλλον που προκύπτει από την είσοδό του στην γλώσσα, στο σημαίνον. Δεν πάει ο νόμος με όπλα να χτυπήσει την πόρτα του υποκειμένου ξημερώματα. Είναι το υποκείμενο του λόγου που πάει ξημερώματα να συναντήσει το νόμο-λόγο.
Θα μιλούσα, με άκρα προσοχή, για μια κοινωνική αυτορρύθμιση, και θα χρησιμοποιούσα, προς τούτο, την γνωστή παραβολή του Schopenhaouer για τους σκαντζόχοιρους. Και λέω με άκρα προσοχή, γιατί το θέμα της αυτορρύθμισης, αυτοδιαχείρησης, συλλογικότητας, αναρχικής διευθέτησης είναι, ακριβώς, αυτό που επικαλείται σήμερα ο πλέον ακραίος φιλελευθερισμός, βλέπε Greenspan, για την ασυδοσία του κεφαλαίου. Ο νεοφιλελευθερισμός νομιμοποιεί το «Alien» του κεφαλαίου βαφτίζοντας το αυτοδιαχείριση. Είναι αυτή τούτη η «υπεραπόλαυση» για την οποία μίλησε ο Lacan, η οποία απεμπολεί πάσα έννοια νόμου, ανθρώπου, ζωής, απεμπολεί ακόμα και την έννοια της ιδιοκτησίας αφού δεν υπάρχει κάτι το οποίο να του ανήκει, του ανήκουν τα πάντα, το «τέρας» ανήκει μόνο στον εαυτό του, είναι τα πάντα και εξ’ αυτού συνώνυμο του θανάτου. 

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να παραθέσω ως περίπτωση του αντίθετου της ιδιοκτησίας στον σύγχρονο κόσμο τον μετανάστη, τον πρόσφυγα, τον πολιτικά και οικονομικά διωγμένο, αυτόν που σήμερα συμβολίζει την αιώνια επιθυμία του ανθρώπου, εκείνη που τον έκανε να επιβιώσει μέσα στον χρόνο, την επιθυμία να διασχίσει, βουνά, θάλασσες, ερήμους, πάγους, ζούγκλες, στέπες για να ορίσει τον τόπο της κατοικίας του, δηλαδή, να οριστεί ο ίδιος και από «Ιπτάμενος Ολλανδός», από «ερριμμένο ον», να αναδυθεί ως κατοικ-όν.
Θυμίζω τη σκέψη του Hegel όταν έλεγε ότι στην ιδιοκτησία συμπεριλαμβάνεται ο εαυτός αφού ιδιοκτησία είναι το στάδιο αντικειμενοποίησης της βούλησης. Θεωρούσε δε ως πρώτη έκφραση του «κακού» την παραβίαση της ιδιοκτησίας. Και θυμίζω, παράλληλα, την θυελλώδη κριτική που εισέπραξε από τον Marx, ιδιαίτερα για την παράγραφο 260.
Ο πρόσφυγας, έλεγα, είναι εκείνος που δεν έχει τίποτα, κάποιες φορές ούτε τα ρούχα του, δεν του ανήκει ούτε καν το σώμα του το οποίο ανήκει στον διακινητή, στον βιαστή, στον συνοριοφύλακα. Το σώμα του είναι ο τρόπος να μεταφέρει την επιθυμία του, το σώμα του είναι μια αποσκευή που ωστόσο δεν του ανήκει, για την μεταφορά της επιθυμίας του. Του ανήκει μόνο εκείνη η άσβεστη επιθυμία που τον υποχρεώνει να κάνει χρήση του θανάτου για να νικήσει τον θάνατο σε μια λέμβο.
Αυτός, ο απολύτως χωρίς ιδιοκτησία άνθρωπος έρχεται να μας χτυπήσει την πόρτα, και θέλω να υπενθυμίσω εδώ, εν σχέση με την ταύτιση της φυσικής ηθικής με την κοινωνική ηθική που ανέφερα πριν, και που τόσο έξοχα αναδύεται ανάμεσα στις γραμμές του βιβλίου του Κώστα Λάμπου, ότι σύγχρονοι διανοητές όπως ο Derrida και ο Levinas, εννοούν τον ξένο ως δικαιούχο της φιλοξενίας μας άνευ όρων. Και θέλω να υπενθυμίσω, επίσης, την άποψη του Kant για το ίδιο θέμα, στο γνωστό βιβλίο του για την «Αιώνια ειρήνη», θέση η οποία θεσπίστηκε από τον ΟΗΕ στα δικαιώματα των προσφύγων, το 1951. Οι διατυπώσεις αυτές μας λένε, ότι, το δίκαιο, η ηθική δεν έρχονται από το μέρος του κατέχοντος, αλλά, παρά του μη έχοντος, ο οποίος δημιουργεί ηθική από το γεγονός και μόνο ότι μας χτυπά την πόρτα. Και ηθική δεν σημαίνει κάτι άλλο, παρά ζωή. Ας θυμηθούμε εδώ τον Foucault«Ο ρατσισμός είναι η τομή ανάμεσα σε αυτόν που πρέπει να ζήσει και σε αυτόν που πρέπει να πεθάνει. Είναι η διπλή κίνηση μιας πολιτικής που αναλαμβάνει την ιδιοκτησία της ζωής και θεσπίζει τον θάνατο».

Τελειώνοντας, να υπενθυμίσω τον λόγο του Husserl (1935) όταν ανυποψίαστος για τα δεινά που έρχονταν  αποκαλούσε την Ευρώπη «συνείδηση της οικουμένης». Και, καλώς-κακώς, ήταν. Μην ξεχνάμε τα λόγια του Marx«η αστική τάξη έπαιξε ένα σπουδαιότατο επαναστατικό ρόλο».
Σήμερα; Η ιδιοκτησία κινείται από μόνη της, χωρίς όνομα, χωρίς σύνορα, το χρηματοπιστωτικό σύστημα πλημμυρίζει ανεξέλεγκτα τις ηπείρους, δεν ελέγχεται από πουθενά, αδιάφορο παρασύρει ζωές, πληθυσμούς, το κλίμα, τον πλανήτη.
Το «πράγμα» δρα εκτός του συμβολικού πλαισίου, όπως δρούσε η παλίρροια του ναζισμού. Μόνο που σήμερα δρα «πολιτισμένα», δηλαδή σκοτώνει έμμεσα χαμογελώντας ευγενικά. Δεν έχετε παρά να δείτε τα πολιτικά πρόσωπα στην τηλεόραση.
Η ιδιοκτησία σήμερα δρα χωρίς λόγο, χωρίς σκοπό. «Χωρίς νόημα», θα έλεγε ο Attali, όπως χωρίς νόημα είναι η ανθρώπινη ζωή η οποία προσμετράται με σκορ κατανάλωσης. 

Το βιβλίο του Κώστα Λάμπου δημιουργεί ηθική εισάγοντας το ατομικό υλικό «τίποτα» ως προϋπόθεση μιας έννομης κοινωνίας όπου ο «παράδεισος» δεν θα είναι ιδιοκτησία.
Σ’ αυτήν την εποχή, σ’ αυτόν τον αιώνα των εξεγέρσεων, της μετανάστευσης, της νέας τάξης ιδιοκτησίας και του μοιράσματος του κόσμου, το βιβλίο του Κώστα Λάμπου μας προσφέρει την δυνατότητα να αφουγκραστούμε τις κινητήριες δυνάμεις αυτού του κόσμου εάν εννοήσουμε το που οφείλεται η κακοδαιμονία του.
Το βιβλίου του Κώστα Λάμπου, σαν ένα κόκκινο διαβατήριο, από κείνα που κουνούσε στο υψωμένο χέρι του ο Μayakovski για να χαιρετήσει την επανάσταση, δεν θα ανατρέψει τον κόσμο. Όμως, είναι σίγουρο, ότι το φάντασμα που ο  Marx έλεγε ότι ίπταται πάνω από τον κόσμο έχει όνομα το βιβλίο του Κώστα Λάμπου.
Ο ίδιος λέει, κλείνοντας το βιβλίο του: «Κλείνοντας αυτή τη μελέτη θεωρώ πως έγινε κατανοητό ότι η ατομική ιδιοκτησία αποτελεί την κύρια αιτία ολόκληρης της ανθρώπινης τραγωδίας. Αυτή την αλήθεια προσπάθησα να αναδείξω και να την φέρω στο κέντρο του δημοσίου διαλόγου με τη βεβαιότητα πώς ο διάλογος δεν έβλαψε ποτέ και κανέναν εκτός από εκείνους που μας θέλουν βωβούς, κωφούς, τυφλούς και δούλους ανύπαρκτων και ψεύτικων θεών και υπαρκτών και πραγματικών, εξουσιών, εκμεταλλευτών».
Πράγματι, ο διάλογος κάποιους βλάπτει, φίλε Κώστα. Το σύστημα ετοιμάζει γενιές σε άγνοια, κατάλληλες για δουλειά και πόλεμο. Δεν επιτρέπεται πια η σκέψη, η οποία πάντα ήταν ύποπτη, αλλά τώρα αυτό είναι απροκάλυπτο και νόμιμο. Όπως στo «Μetropolis» του FLang, αγαπητοί φίλοι, οι λαοί οφείλουν να είναι πηγή εργατών και στρατιωτών. Γι’ αυτό, βυθιστείτε στα κινητά σας, αγαπητοί φίλοι, και στα video-games, νομίζοντας ότι έτσι σκέπτεστε.
Το βιβλίο του Κώστα Λάμπου, βαθύτατα συναισθηματικό, ένα ευαγγέλιο ουμανισμού θα το χαρακτήριζα, συναντά ευθέως την συναισθηματικότητα του Marx όταν έλεγε: «Η θεωρία είναι ικανή να κατακτήσει τις μάζες αφότου γίνει ριζοσπαστική. Ριζοσπαστική σημαίνει να πιάνει τα πράγματα από τη ρίζα. Η ρίζα όμως για τον άνθρωπο είναι ο ίδιος ο άνθρωπος».
 Ο Κώστας Λάμπος, αυτός ο έφηβος της επανάστασης, αυτός ο  άρχοντας επαναστάτης, άρχοντας συναισθημάτων στα οποία δεξιώνεται όλη την ανθρωπότητα, κατευθείαν ερχόμενος μέσα από τις πιο βίαιες και ταυτόχρονα πιο τρυφερές σελίδες του Ρομαντισμού, μου θυμίζει τον καταπόρφυρο Blanqui, όταν έλεγε: «Όποιος έχει τα όπλα έχει και το ψωμί».Αλλά, προσοχή, συμπλήρωνε ο Saint Juste: «Όσοι κάνουν μισή επανάσταση σκάβουν τον λάκκο τους μόνοι τους».

ΥΓ.
Αν είχαμε χρόνο, θα επιχειρούσα να βλέπαμε το θέμα μας από την αρχή, λαμβάνοντας υπόψη την θεώρηση του όντος στις μελέτες του  20ου αιώνα. Δηλαδή, εκκινώντας από τη χουσσερλιανή φιλοσοφία και την ψυχανάλυση και θέτοντας το ερώτημα «τι είναι η ιδιοκτησία;».
To «proprieté» στα γαλλικά σημαίνει και «ιδιοκτησία» και «ιδιότητα» ενός πράγματος, όπως και στα ελληνικά εξάλλου, το πρώτο συνθετικό της λέξης.  Αλλά, το «ίδιον», το «propre»της ιδιοκτησίας, πως ορίζεται;
 Έχω το δικαίωμα να είμαι ιδιοκτήτης του χεριού μου; Του σώματος μου; Της σκέψης μου; Μην ξεχνάμε ότι, σε κάποια καθεστώτα η σκέψη μου δεν πρέπει να μου ανήκει, είναι παράνομη εάν δεν έχει ελεγχθεί ως συνάδουσα με το σύστημα. Θυμηθείτε την επιθεώρηση του πάστορα στην Ολλανδία-τα σπίτια στο Άμστερνταμ εξακολουθούν να μην έχουν κουρτίνες-όπως και τις σύγχρονες έρευνες σε σπίτια για κατοχή έντυπου υλικού, δηλαδή σκέψης.
Έχω δικαίωμα να πω οι αναμνήσεις «μου»; Ο ελεύθερος χρόνος «μου»; Η ζωή μου είναι δική «μου»; Οι κτητικές αντωνυμίες τι νόημα έχουν; Και κατ’ αρχήν έχουν δικαίωμα να υπάρχουν; Έχω δικαίωμα να πω «ο χώρος μου» αλλά όχι«η γη μου»;  Κι’ ακόμα περισσότερο, μπορώ άραγε να μιλώ για «αλήθεια»; Για ποια «αλήθεια» πρόκειται; Για την ύποπτη «Αλήθεια» με άλφα κεφαλαίο ή για την αλήθεια «μου» η οποία όμως πρέπει να τεθεί υπό κρίση όσον αφορά το «μου» και κατά συνέπεια τη δυνατότητα της να υπάρχει. Χωρίς «αλήθεια», λοιπόν; Υπενθυμίζω εδώ την άποψη του Rorty για το άχρηστο της αλήθειας και την συνάδουσα άποψη για τα «fake news» του Trump.
 Εάν έχω δικαίωμα επί της ιδιοκτησίας του σώματος μου, εάν το πόδι μου είναι δικό μου, εάν έχω την κυριότητα του βλέμματος μου Eίμαι ένα σώμα και έχω ένα σώμα» έλεγε ο MMerleau-Ponty- τότε, μήπως ν’ αναρωτηθούμε επί της φράσης του Heidegger ότι, δεν είμαι μόνο εδώ που στέκομαι, αλλά μέχρι εκεί που φτάνει το βλέμμα μου, μέχρι εκεί που φτάνει η πέτρα που θα πετάξω. Κι αυτό το «είμαι μέχρι εκεί» δεν δηλώνει άραγε ιδιοκτησία, αφού το «είμαι μου», κατ’ αρχάς ως σώμα, μου ανήκει;
 Η «Λογική» της σχολής του «Port Royal» (16..) προτείνει να διαχωρίσουμε την «ιδιοκτησία» από την «κατοχή». Έτσι, είμαι ιδιοκτήτης των συναισθημάτων μου γι’ αυτή την γυναίκα- ακόμα κι αν πω: «δεν έχω συναισθήματα γι’ αυτή τη γυναίκα»- αλλά όχι κάτοχος της γυναίκας. Το ανήκειν των συναισθημάτων συνιστά την κατοχή μου από αυτά και επί αυτών, αλλά με κανένα τρόπο την κατοχή της πηγής.
Μην ξεχνάμε ότι φιλόσοφοι σαν τον Locke και τον Hobbes εντάσσουν στην έννοια της ιδιοκτησίας, εκτός των υλικών αντικειμένων και την ζωή, την ελευθερία, την ψυχή, την εργασία κλπ. Σήμερα, θα λέγαμε και την πνευματική ιδιοκτησία.
Μ’ άλλα λόγια, οφείλω να είμαι ιδιοκτήτης της ατομικής επιθυμίας «μου»,  ιδιοκτήτης του λόγου «μου», ιδιοκτήτης της ευθύνης «μου», αν θέλετε, της σαρτρικής ευθύνης «μου»; Θέτοντας το διαφορετικά, μέσω μιας λακανικής οπτικής: εάν είναι η επιθυμία εκείνη που με κατέχει κι όχι εγώ την επιθυμία, μπορούμε άραγε να κάνουμε μια επαναστατική απαλλοτρίωση της ιδιοκτησίας της επιθυμίας, αντικείμενο της οποίας είναι το υποκείμενο; Μ’ άλλα λόγια μπορούμε να καταργήσουμε την επιθυμία για ιδιοκτησία θέσης, εξουσίας, φύλου; Έχω το δικαίωμα να πω το φύλο «μου» μού ανήκει; Ότι μου ανήκει η αγάπη των γονιών «μου»;
Γιατί, εάν όχι, τότε είναι περιττό να μιλήσουμε απόψε για την ιδιοκτησία και γενικά να μιλάμε. Εξ’ ονόματος τίνος μιλώ εάν δεν μιλώ εξ’ ονόματος μου; Και με αυτή τη λογική, έχει δικαίωμα ο Κώστας Λάμπος να πει ότι αυτό το βιβλίο είναι δικό του;
 Και, εάν ναι, τι αναγνωρίζουμε ως ιδιοκτησία αν το πρώτο υλικό αγαθό είναι το σώμα μου; Η ασθένεια «μου» είναι δική «μου», η ηδονή του σώματος είναι η ηδονή «μου»; Μπορούμε να πούμε ότι ο θάνατος «μου» μού ανήκει πλήρως, ότι το θνήσκειν είναι η απόλυτη ιδιοκτησία, όπως έλεγε ο Heidegger, αφού κανείς δεν μπορεί να μου το πάρει και κανείς δεν μπορεί να πεθάνει στη θέση μου; Ή ακόμα, έχω το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης του θανάτου «μου» είτε σαν αυτοκτονία είτε σαν ευθανασία, εάν το «έχω ένα σώμα» γίνεται ευάλωτο όσον αφορά την κτητικότητα  του από εμένα, παρότι είμαι αυτό το σώμα;
Και όσον αφορά την τρέλα «μου», την κατάθλιψη «μου», τα όνειρα «μου» στον ύπνο μου», τις φαντασιώσεις «μου» (οι οποίες μπορεί να είναι εχθρικές ως προς εμένα τον ίδιο, ναι, μπορώ  ν’ αγαπώ και να μισώ ταυτόχρονα εκείνο που αγαπώ, καταδεικνύοντας έτσι τον βαθμό της αλλότητας που με κατέχει, της οποίας είμαι ιδιοκτησία) επιδέχονται, άραγε, κτητικό προσδιορισμό; Το μίσος; Το ασυνείδητο;
Και η Ετερότητα που υποβόσκει στο βάθος, αυτός ο Άλλος που είμαι εγώ, ο «ξένος», δεν είναι άραγε το πιο βαθύ κι ανομολόγητο κομμάτι μου, εκείνο που κατέχω και με κατέχει περισσότερο από κάθε τι; Δεν είμαι, άραγε, ιδιοκτησία της Ετερότητας μου η οποία μου προσδίδει ταυτότητα;
Όλα αυτά, ακόμα κι αν φαίνονται σχολαστικά, ωστόσο δημιουργούν προϋποθέσεις ή συνέπειες σχέσεων ικανές να διαλύσουν ομάδες, κοινότητες, συλλογικότητες, κοινωνίες. Το «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» της Luxenbourg εκκινεί από πολύ βαθιά μέσα μας. Η ιδιοκτησία της εξουσίας και της αλήθειας είναι τα όπλα του φασισμού μέσα μας.
Μην ξεχνάμε ότι, στα λατινικά η ιδιοκτησία αποδίδεται ως «dominium» και εξ’ αυτού «domaine» και «domicile» (κατοικία) δηλαδή «κυριαρχία», αλλά κυριαρχία επί τίνος; Κι αν υποθέσουμε ότι το σπίτι που μένω δεν είναι δικό μου ή δεν οφείλει να είναι δικό μου, το συναίσθημα που έχω γι’ αυτόν τον χώρο όταν βάζω το κλειδί στην πόρτα ή όταν ξυπνάω στο δωμάτιο (πως να το πω «μου» αφού δεν ξέρω αν μου ανήκει, αν πρέπει να «μου» ανήκει) μπορούν άραγε να είναι δικά «μου», να «μου» ανήκουν, να είναι ιδιοκτησία «μου»;  Και εξ’ αυτού, αυτόματα, να επιβάλλω ιδιοκτησιακό καθεστώς στον υλικό χώρο; Τι μας ανήκει, αν μας ανήκει, κοιτάζοντας το; Τι σημαίνει το «εγώ το είδα πρώτος»; Ή το«εγώ το είπα πρώτος»;
Και τι κάνουμε με τη ζήλεια; Τι κάνουμε μ’ εκείνο το «που κοιτάς;» ή το «τι σκέφτεσαι;» «γιατί του μίλησες;» ή «γιατί της χαμογέλασες;»;  Ή τι κάνουμε με την περίπτωση του «ανήκειν» σε κάποιον όπου, ακριβώς, το αίτημα είναι «θέλω να θέλεις να σου ανήκω», δηλαδή «η απόλαυση σου οφείλει να είναι εγώ»; Μ’  άλλα λόγια, το «θέλω ν’ ανήκω μόνο σ’ εσένα» ή«δεν ανήκα ποτέ σε κανένα, μόνο σ’ εσένα ανήκω», δεν σημαίνει, άραγε, «θέλω να είμαι η ιδιοκτησία σου» και ενδεχομένως,«να είσαι η ιδιοκτησία μου»; Η φράση, ωστόσο, θα μπορούσε να είναι άκυρη εάν εκείνο το «θέλω» δεν μου ανήκει. Τότε, όμως, ποιος μιλάει;
Την επόμενη φορά θα μιλήσουμε για τις κτητικές αντωνυμίες και την προέλευση τους.



[1] Ο Φώτης Καγγελάρης είναι Διδάκτωρ Ψυχοπαθολογίας. Σπούδασε στο Παρίσι (μαθητής των Tomkiewicz, Cooper και Lacan, παρακολούθησε επίσης Φιλοσοφία και Γλωσσολογία), όπου διετέλεσε Ερευνητής στο Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας και Ιατρικής Έρευνας. Εργάζεται και ζει στην Αθήνα. Τα τελευταία χρόνια εντρυφεί επίσης στην ψυχαναλυτική ανθρωπολογία μελετώντας τις μάσκες των λαών του κόσμου και στη φιλοσοφία και την ψυχαναλυτική σημειολογία της φωτογραφικής εικόνας.

Κυριακή 26 Νοεμβρίου 2017

ALEXANDER ROSENBERG - ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

   ΝΕΕΣ  ΕΚΔΟΣΕΙΣ   

ALEXANDER ROSENBERG
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
Μετάφραση: Μαραγκός Γιώργος
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΗΤΗΣ

Διαβάστε το πρώτο κεφάλαιο και ένα μέρος από το δεύτερο κεφάλαιο του βιβλίου

Σε τι αποβλέπουν οι κοινωνικές επιστήμες – ανθρωπολογία, κοινωνιολογία, ψυχολογία, ιστορία, οικονομικά, πολιτική επιστήμη; Να προσφέρουν άραγε γνώση παρόμοια με εκείνη των φυσικών επιστημών; Να αποκαλύψουν κανονικότητες και νόμους για την πρόγνωση και την εξήγηση των κοινωνικών φαινομένων; Ή μήπως αναδεικνύουν εμφανή αλλά και λανθάνοντα νοήματα των πράξεων και συμβάλλουν στην ερμηνευτική κατανόηση των ανθρωπίνων πραγμάτων;
Οι κοινωνικές επιστήμες αντιμετωπίζουν πολλές προκλήσεις. Οι φυσικές επιστήμες –ενισχυμένες με τη δαρβινική θεωρία της εξέλιξης, τις νευροεπιστήμες, την εξελικτική ψυχολογία, τη θεωρία των παιγνίων– διεκδικούν το πρωτείο στη γνώση του ανθρώπου, την ίδια ώρα που ριζοσπαστικές φωνές αμφισβητούν τις κοινωνικές επιστήμες, τις στοχεύσεις και τις μεθόδους τους διότι, αγνοώντας τις γυναίκες και άλλες περιθωριοποιημένες ομάδες, διαιωνίζουν ανελεύθερες –έμφυλες, ταξικές, φυλετικές, εθνοτικές– δομές και πρακτικές.
Ο Alex Rosenberg μας εισάγει με σαφήνεια και γλαφυρότητα στον σύγχρονο προβληματισμό σχετικά με τις κοινωνικές επιστήμες. Εκθέτει τον εννοιολογικό και επιχειρηματολογικό πυρήνα, τα γνωσιολογικά θεμέλια και τις μεταφυσικές παραδοχές που υποβαστάζουν την κριτική θεωρία και τη φεμινιστική επιστημολογία, και μας παρουσιάζει το έργο στοχαστών όπως οι Μαρξ, Ντυρκέμ, Βέμπερ, Φρόυντ, Μπουρντιέ, Φουκώ, Χάμπερμας, Σερλ, Ρωλς, Σεν. Αναδεικνύει προβλήματα σχετικά με την ορθολογικότητα, την τελεολογία, τον λειτουργισμό, την ατομοκρατία, τον ολισμό, την επιστημονική πρόοδο, τις σχέσεις ανάμεσα στους επιστημονικούς κλάδους, την ερευνητική ηθική. Ελέγχει τις αξιώσεις των επιστημών για αντικειμενικότητα και αξιακή «ουδετερότητα». Δείχνει πώς «τεχνικές» παραδοχές ενέχουν ιδεολογικές μεροληψίες και επηρεάζουν κοινωνικές και οικονομικές πολιτικές.
Ο συγγραφέας καταδεικνύει ότι η μεταφυσική, η γνωσιολογία, η ηθική, η φιλοσοφία του νου, η φιλοσοφία της γλώσσας, η κοινωνική και πολιτική φιλοσοφία, η φιλοσοφία των επιστημών, έχουν καθοριστική συνάφεια με το επιστημονικό έργο. Αντιπαραθέτοντας την προεπιστημονική δημώδη ιδέα ότι η δράση είναι προϊόν πίστεων και επιθυμιών προς τις απόπειρες για επιστημονική πραγμάτευση του ανθρώπου, επιτρέπει να δούμε πώς και γιατί το έργο των κοινωνικών επιστημόνων συνδέεται άρρηκτα με το ύπατο ερώτημα: Τι είναι ο άνθρωπος;
~~~~~~~~~~~~

Ο Alex Rosenberg είναι καθηγητής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Duke, στην έδρα R. Taylor Cole. Διδάσκει επίσης στο Τμήμα Βιολογίας και στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του ίδιου Πανεπιστημίου. Έχει διατελέσει επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Αυστραλίας,στο Πανεπιστήμιο του Bristol κ.ά. Έχει συγγράψει περισσότερα από διακόσια επιστημονικά άρθρα και περισσότερα από δώδεκα βιβλία, στα οποία συγκαταλέγονται τα εξής: The Philosophy of Science: AContemporary Approach, The Philosophy of Biology: A Contemporary Approach, DarwinianReductionism. Or How to Stop Worrying and Love Molecular Biology. Για το έργοEconomics ―Mathematical Politics or Science of Diminishimg Returns τιμήθηκε το 1993 με το βραβείο Lakatos που απονέμεται για εξέχουσες συμβολές στη Φιλοσοφία των επιστημών από τo London School of Economics and Political Science. Προσφάτως δημοσιεύτηκαν δύο ιστορικού περιεχομένου μυθιστορήματά του, The Girl fromKrakow (2015), και Autumn in Oxford (2016).

~~~~~~~~~~~~

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Πρόλογος του συγγραφέα στην ελληνική έκδοση
Πρόλογος
1. Τι είναι η φιλοσοφία των κοινωνικών επιστημών;
Τι είναι η φιλοσοφία;
Φιλοσοφικά προβλήματα των κοινωνικών επιστημών. Ένα θεμελιώδες πρόβλημα της φιλοσοφίας των κοινωνικών επιστημών
Περίληψη
2. Το μεθοδολογικό χάσμα: φυσιοκρατία / ερμηνεία
Η φυσιοκρατία σε αντιδιαστολή προς την ερμηνεία
Πρόοδος και πρόγνωση
Εμπειρισμός και λογικός θετικισμός στη φιλοσοφία των κοινωνικών επιστημών
Η εμπειριστική διάγνωση: γιατί οι κοινωνικές επιστήμες δεν ανακαλύπτουν νόμους
Απορρίπτοντας τον εμπειρισμό προς χάριν της κατανοησιμότητας
Παίρνοντας θέση στη φιλοσοφία των κοινωνικών επιστημών
Φυσιοκρατία ή ερμηνεία;
3. Η εξήγηση της ανθρώπινης δράσης
Άλλο πράξη, άλλο συμπεριφορά
Τι είναι ακριβώς η δημώδης ψυχολογία
Λόγοι και αίτια
Είναι δυνατόν οι λόγοι να λειτουργούν ως αίτια;
4. Πράξεις, προθετικότητα και το πρόβλημα των σχέσεων νου-σώματος
Το επιχείρημα εκ της λογικής συνδέσεως
Προθετικότητα
Προθετικότητα και εκτασιακότητα
5. Ο συμπεριφορισμός στις κοινωνικές επιστήμες
Ο συμπεριφορισμός στις επιστήμες της συμπεριφοράς
Αιτιότητα και σκοπιμότητα
Η πειραματική ανάλυση της συμπεριφοράς
Το φάντασμα μέσα στη μηχανή του συμπεριφορισμού
Από τον συμπεριφορισμό στη γνωσιακή νευροεπιστήμη
Συμπέρασμα
6. Θεωρία των ορθολογικών επιλογών: προβλήματα
Η θεωρία των ορθολογικών επιλογών
Ορθολογικές επιλογές και η «αόρατος χειρ»
Δημώδης ψυχολογία και οριακή χρησιμότητα
Ο οικονομολόγος ως συμπεριφοριστής
Εργαλειοκρατία και κατασκευή μοντέλων στα οικονομικά
Η έκπτωση του συμπεριφορισμού στην ψυχολογία και στα οικονομικά
7. Κοινωνική ψυχολογία και κατασκευή της κοινωνίας
Η ερμηνευτική των ανθρώπινων πράξεων
Μπορούμε να συμφιλιώσουμε κανόνες και κανονιστικά πρότυπα με τα αίτια των πράξεων;
Η κοινωνική κατασκευή της κοινωνίας
8. Η φιλοσοφία των κοινωνικών επιστημών στην ηπειρωτική Ευρώπη
Η φιλοσοφία της ιστορίας κατά Χέγκελ
Ο Φρόυντ και η ανάλυση των βαθύτερων νοημάτων
Μαρξισμός και νόημα
Φουκώ και Μπουρντιέ. Οι θεωρίες τους για το πολιτισμικό εποικοδόμημα
Κριτική θεωρία
Ριζική ερμηνεία και εννοιολογικά σχήματα
9. Ολισμός και αντιαναγωγισμός στην κοινωνιολογία και στην ψυχολογία
Κοινωνικά γεγονότα
Ολισμός και ανθρώπινη δράση
Η αυτονομία της κοινωνιολογίας
Ολισμός και αναγωγισμός στην ψυχολογία και στην κοινωνιολογία
Αυτονομία και επίβαση
10. Ο λειτουργισμός ως ερευνητικό πρόγραμμα
Η λειτουργική ανάλυση στις κοινωνικές επιστήμες
Λειτουργική εξατομίκευση και επίβαση
Στις κοινωνικές επιστήμες η λειτουργική ανάλυση είναι απαραίτητη
Τα προβλήματα του λειτουργισμού
Πώς μπορεί να δικαιολογηθεί ο λειτουργισμός στις κοινωνικές επιστήμες;
11. Κοινωνιοβιολογία: καθιερωμένο πρότυπο στις κοινωνικές επιστήμες;
Ο «ολισμός» του Δαρβίνου και τα προβλήματά του
Το δίλημμα του κρατούμενου: επιχείρηση διάσωσης;
Οι κοινωνικές επιστήμες αποχαιρετούν το καθιερωμένο μοντέλο;
Η πενιχρότητα του ερεθίσματος και άλλα επιχειρήματα υπέρ της εμφυτοκρατίας
Γιατί είναι τόσο έντονη η αντιπαράθεση ανάμεσα στην εμφυτοκρατία και στο ΚΜΚΕ;
12. Θεωρίες για την πολιτισμική εξέλιξη
Πώς μπορεί να αμβλυνθεί η απειλή της γενετικής αιτιοκρατίας
Μητέρα φύση ή μητέρα ανατροφή;
Αμφισβητώντας τη δαρβινική πολιτισμική εξέλιξη
Οι κοινωνικές επιστήμες ως βιοεπιστήμες
13. Ερευνητική ηθική στις κοινωνικές επιστήμες
Ηθική και κοινωνικές επιστήμες
Ηθικά προβλήματα σχετικά με την ελεγχόμενη έρευνα
Μιλ: φυσιοκρατία και ωφελιμισμός
Καντ: ερμηνεία και δεοντολογία
Το κοινωνικό συμβόλαιο και η κατά Ρωλς θεωρία περί δικαιοσύνης
Ηθική της μέριμνας: ο τέταρτος δρόμος;
Περιπτωσιολογία
Συμπέρασμα
14. Γεγονότα και αξίες στις επιστήμες που μελετούν τον άνθρωπο
Το «κανονιστικό» σε αντιδιαστολή προς το «θετικό»: η επιταγή σε αντιδιαστολή προς την περιγραφή
Αμάρτυα Σεν: οι απόψεις του για την ηθική θεωρία και τις κοινωνικές επιστήμες
Φεμινιστική φιλοσοφία των (κοινωνικών) επιστημών
Επικίνδυνα ερωτήματα, ηθικές υποχρεώσεις και προγνωστική γνώση
15. Οι κοινωνικές επιστήμες και τα διαχρονικά φιλοσοφικά ερωτήματα
Η απειλή του μετανεωτερισμού
Οι κοινωνικές επιστήμες και τα διαχρονικά φιλοσοφικά ερωτήματα
Η γνωσιολογία είναι αναπόφευκτη
Επιστήμη και μεταφυσική
Ατομοκρατία και εργαλειοκρατία
Φιλοσοφία και «ηθικές επιστήμες»
Συμπέρασμα
Βιβλιογραφία
Ευρετήριο

Κυριακή 22 Οκτωβρίου 2017

Άτομο, ατομική ιδιοκτησία και ο μύθος περί ελευθερίας και ασφάλειας[1]

kostas lampos





Άτομο, ατομική ιδιοκτησία και ο μύθος περί ελευθερίας και ασφάλειας[1]

Γράφει ο Κώστας Λάμπος


Το γεγονός της ατομικής ιδιοκτησίας σε παγώνει για πάντα
στο «Εγώ» και σε διώχνει για πάντα από το «Εμείς».
Τζον Στάινμπεκ[2]

Αν είμαι ό,τι έχω και αν ό,τι έχω έχει χαθεί,
τότε ποιος είμαι;
Έριχ Φρομ[3]

Η ιδιοκτησία σκλαβώνει. Ανήκεις
σε ό,τι σου ανήκει.
Νίκος Δήμου[4]

Με τον όρο ατομική θεωρία στη Φυσική, οι θεμελιωτές της Λεύκιππος και Δημόκριτος, στην προσπάθειά τους να εξηγήσουν τη λειτουργία της Φύσης και του κόσμου, υποστήριξαν πως ηύλη, άρα και ο κόσμος, συγκροτείται από άπειρο πλήθος στοιχειωδών αδιάσπαστων, άτμητωνσωματιδίων. Έκτοτε αυτή η θεωρία επιβεβαιώνεται απόλυτα, εμπλουτίζεται συνεχώς και συμπληρώνεται από τη σύγχρονη επιστήμη. Ας κρατήσουμε μόνο δύο έννοιες, ότι ο κόσμος αποτελείται από άτομα και ότι τα άτομα δεν επιδέχονται περαιτέρω τομή και αλλοίωση της οντότητάς τους, διευκρινίζοντας ότι η «σχάση, η διάσπαση του ατόμου» δεν είναι τομή σε μικρότερα άτομα, αλλά βίαιη μετατροπή της ύλης σε ενέργεια.
Ο Αριστοτέλης, όπως είναι γνωστό, υποστήριζε ότι «το Όλον είναι πρότερο από τα μέρη», που σημαίνει ότι το τετράποδο ζώον έγινε δίποδο και σκεπτόμενος άνθρωπος μέσα στην αγέλη, στη συλλογικότητα που συσσώρευε εμπειρίες γενεών, Γνώση και φαντασία, με τις οποίες εξελίχθηκε σταδιακά σε ομάδα-κοινότητα, σε κοινωνία και δεν συνέβη το αντίστροφο, δηλαδή ότι το ζώον έγινε από μόνο του άνθρωπος και στη συνέχεια αυτό συγκρότησε την κοινότητα. Οι συνήγοροι της ατομικής θεωρίας στην κοινωνία παραγνωρίζουν αυτή την πραγματικότητα και εντελώς αυθαίρετα υποστηρίζουν ότι το άτομο, δηλαδή ο άνθρωπος, προηγείται της κοινωνίας και συνεπώς είναι τάχα μοναδικός[5], ανεξάρτητος από τον κόσμο του, δηλαδή από την κοινωνία του, και ότι η απόκτηση ατομικής ιδιοκτησίας αποτελεί θεμελιακό, φυσικό και ιερό δικαίωμα του ατόμου, γιατί τάχα η ατομική ιδιοκτησία προσφέρει στον κάτοχό της ασφάλεια και ελευθερία. Με τέτοια παραμύθια συνεπικουρούμενα από την όποια θρησκευτική πανούκλα καταφέρνουν να αποκόπτουν το άτομο από την κοινωνία, από το Εμείς του, δηλαδή, από τον φυσικό του χώρο που του προσφέρει ασφάλεια και ελευθερία ως εγνωσμένη αναγκαιότητα και να μετατρέπουν κάποιους λίγους σε ασύδοτους λύκους και τους πολλούς σε σφαχτάρια πρόβατα.
Η πραγματικότητα όμως φαίνεται να είναι πολύ διαφορετική, γιατί το κοινωνικό, όπως και το φυσικό, άτομο οφείλει την ύπαρξή του στον κόσμο του, δηλαδή σε ένα πλήθος οργανωμένων ατόμων, σε κάποιο Εμείς, από το οποίο αντλούν το Εγώ τους. Η ολιστική κοινωνιολογική προσέγγιση «δεν θεωρεί κατά κανένα τρόπο ότι οι κοινωνικές ολότητες σύγκεινται από τα επιμέρους άτομα, αλλά αντίθετα κατανοεί το άτομο ως μέλος του κοινωνικού συνόλου. Δεν υπάρχουν απομονωμένα, συγκεντρωμένα στον εαυτό τους άτομα που συνέρχονται σε κοινωνία με σύμβαση την πραγμάτωση των ατομικών τους σκοπών, αλλά “συναρθρώνεται” το σύνολο του συλλογικού όντος και τα χωριστά άτομα αντλούν μόνο από αυτό την υπόστασή τους. […] Θεωρίες περί φυσικού δικαίου και “κοινωνικού συμβολαίου” αποτελούν παραδείγματα ατομιστικού τρόπου σκέψης»[6]. Και ενώ το «φυσικό άτομο» δεν διεκδικεί να αποκοπεί από τον κόσμο του και πολύ περισσότερο δεν διεκδικεί να αποσπάσει τμήμα του κόσμου του και να το καταστήσει «προσωπική» του ιδιοκτησία, οι θεωρητικοί του «κοινωνικού άτμητου ατόμου» αυθαιρετούν υποστηρίζοντας ότι το υποτιθέμενο άτομό τους, ο άνθρωπος, μπορεί να αποσπά από την κοινωνία του και να καθιστά ατομική του ιδιοκτησία όσα άλλα άτομα μαζί με όσο μεγαλύτερο τμήμα της Φύσης μπορεί, για να νιώσει ασφάλεια και ελευθερία. Το γεγονός ότι τα υπόλοιπα άτομα χάνουν με αυτόν τον τρόπο την ασφάλεια, την ελευθερία αλλά και την κοινωνική και ατομική τους υπόσταση φαίνεται να μην ενδιαφέρει τους κατασκευαστές αυτής της ψευτοθεωρίας.
Φαίνεται όμως ότι και τα άτομα που απέκτησαν με τον ένα ή με τον άλλον τρόπο ατομική ιδιοκτησία δεν κατάφεραν να νιώσουν ασφαλή και ελεύθερα, όχι γιατί τα απειλούν οι χειραγωγημένοι δούλοι τους και οι στρατιές των παραιτημένων, μοιρολατρών ακτημόνων, αλλά γιατί η ατομική ιδιοκτησία τους απειλείται από άλλες ατομικές ιδιοκτησίες που λυσσασμένα θέλουν να μεγαλώσουν τρώγοντας τις άλλες για να αισθάνονται πιο ασφαλείς και περισσότερο ελεύθεροι οι κάτοχοί τους. Αυτός ο ανταγωνισμός μεταξύ ατομικών ιδιοκτησιών, δηλαδή μεταξύ κεφαλαίων, τελικά κάνει τους κατόχους τους περισσότερο ανασφαλείς και λιγότερο ελεύθερους, γιατί κάθε στιγμή βλέπουν κάποιον από τους ομοίους τους να τους απειλεί ή να πτωχεύει, να απαλλοτριώνεται από τους ανταγωνιστές του ή να οδηγείται στη φυλακή για χρέη, και για να επιβιώσουν γίνονται μοναχικότεροι, επιθετικότεροι και όλο και περισσότερο αντικοινωνικοί και δυστυχισμένοι, που σημαίνει ότι γίνονται υπηρέτες εγωιστικών ψευδαισθήσεων και πραγμάτων που τους ρημάζουν τη ζωή.
Χάνοντας τον συναισθηματικό, τον κοινωνικό, τον πνευματικό, τον ιστορικό συλλογικό πλούτο τού Εμείς, αναζητούν την ευτυχία, την ασφάλεια, την ελευθερία στον ιδιωτικό υλικό πλούτο τού Εγώ, που σε σύγκριση με αυτόν των ανταγωνιστών είναι πάντα λίγος και πρέπει να μεγαλώσει με κάθε τρόπο, ακόμα και με το έγκλημα και με τον πόλεμο. Η γκλαμουριά, η πολυτέλεια, η «χρυσόσκονη» και η προκλητική σπατάλη συμπληρώνονται από στρατιές καλοπληρωμένων σωματοφυλάκων, από την απομόνωση, την έκλυτη ζωή και την ευρύτατη χρήση ουσιών και οινοπνεύματος, για να νιώσουν λίγη ασφάλεια και να υποκαταστήσουν την ευτυχία που τους λείπει. Αδυνατούν ακόμα και να γελάσουν αυθόρμητα, γιατί οι φροντίδες της ατομικής ιδιοκτησίας τους τούς στέρησαν την ικανότητα να γελούν, να αγαπούν και να ερωτεύονται χωρίς να «νικούν», χωρίς να πλουτίζουν και χωρίς τη βοήθεια ουσιών.
Ο Σίγκμουντ Φρόυντ, ασκώντας αυστηρή κριτική στη φιλοσοφία και στη λειτουργία της αστικής κοινωνίας, χαρακτήριζε μίζερα, νευρωτικά τα άτομα με επίμονη και σταθερή επιδίωξη απόκτησης ατομικής ιδιοκτησίας και υλικών πραγμάτων, και ο Έριχ Φρομ συμπληρώνει: «Το άτομο που ασχολείται αποκλειστικά με την κατοχή και απόκτηση υλικών πραγμάτων, είναι νευρωτικό. Από αυτό θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι και η ίδια η κοινωνία […] είναι μια κοινωνία άρρωστη».[7]
Η ατομική ιδιοκτησία επιβάλλει τελικά πάνω στο άτομο τις δικές της ιδιότητες, όπως τον ατομισμό, το νοσηρό εγωισμό, τον μέχρι θανάτου ανταγωνισμό, την απληστία, το μισανθρωπισμό, την ανηθικότητα, την αδικία και την παραβατικότητα, με κατάληξη το έγκλημα και τον πόλεμο, πράγματα που οι απολογητές του κεφαλαίου τα αποδίδουν σε βιολογικούς όρους, όπως την ανθρώπινη φύση, για να απαλλάξουν την ατομική ιδιοκτησία και τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής από την ευθύνη γι’ αυτή την εκτροπή του ατομικού ιδιοκτήτη, παρά το γεγονός ότι πρόκειται για κοινωνικά φαινόμενα συνυφασμένα με τη φύση της ατομικής ιδιοκτησίας. «Η ιδέα της αδικίας και συνεπώς και της τιμωρίας του αδικούντος δεν εμφανίζονται με την πρώτην, την πρωτόγονον κοινωνίαν του ανθρώπου. Κατά την περίοδον ταύτην, με το να μην υπάρχη ούτε στα κινητά πράγματα ούτε στα ακίνητα ατομική ιδιοκτησία, δεν ήτο δυνατόν να γίνη αφαίρεσις ξένης ιδιοκτησίας, προσβολής της τιμής του άλλου και αφαίρεσις της ζωής του πλησίον. Αι τοιαύται πράξεις ή παραλείψεις αρχίζουν να εμφανίζωνται ως διατάραξις της κοινωνικής συμβιώσεως από της εποχής κατά την οποίαν διεσπάσθη η οργάνωσις του γένους και ήρχισε να επικρατεί ο νέος θεσμός της ατομικής ιδιοκτησίας. […] Όταν επήλθεν εντός των πρωτογόνων κοινωνικών οργανώσεων (γένους, φυλής, πατριάς) ανατροπή των όρων της κοινοβιακής ισότητος και εντεύθεν εδημιουργήθησαν αι κοινωνικαί ανισότητες, ο άνθρωπος, ως άτομον αναλόγως της θέσεώς του μέσα εις την κοινωνίαν, ήρχισε να ρέπη προς την αδικίαν. Δηλαδή ήρχισε να παραβαίνη τας μέχρι τούδε ισχυούσας κοινωνικάς εντολάς και να ιδιοποιήται ωρισμένα αντικείμενα ανήκοντα εις την πατριάν του ή εις άλλους. […] Παραλλήλως, δε, προς την περαιτέρω ανάπτυξιν και επέκτασιν του θεσμού της ατομικής ιδιοκτησίας, εγεννήθη και ισχυροποιήθη και το ατομικιστικόν αίσθημα: “τούτο είναι δικό μου”. Επειδή δε, δεν υπήρχεν αφθονία αγαθών, εκείνοι οι οποίοι δι’ οιονδήποτε λόγον δεν ηδύναντο να αποκτήσουν τοιαύτα, ήρχισαν, διά της αρπαγής ή της κλοπής, τα αγαθά τα οποία δεν ανήκον εις αυτούς να τα κάμνουν “δικά των”. […] Όταν δε αργότερον εις ωρισμένας περιφερείας το ιερατείον είχεν εξαιρετικήν εξουσίαν εις χείρας του, διά των υπό τύπον θεϊκής εντολής θεσπιζομένων ποινικού περιεχομένου θεσμών, πρωτίστως επροστάτευεν τα προνόμια και τα δικαιώματά του ως και τα προνόμια και δικαιώματα των ευγενών. Συνεπώς μετά τη διάλυσιν του γένους και της πατριάς, οι θεσμοί οι περιέχοντες ποινικάς κυρώσεις ως δικαιολογητικήν των βάσιν είχον το δίκαιον του ισχυρότερου».[8]
Είναι συνεπώς προφανές ότι η Φύση δεν δημιουργεί εγκληματίες. Τους εγκληματίες τούς γεννάει η ατομική ιδιοκτησία και το κεφάλαιο, ως κοινωνική σχέση εξουσίας των λίγων πάνω στους πολλούς. Το έγκλημα το γεννάει το φαύλο σύστημα της ατομικής ιδιοκτησίας και εξουσίας, της οικονομικής και της κοινωνικής ανισότητας, που μεταμορφώνει ανθρώπινα όντα, ως άλλη μυθική Κίρκη, σε μισάνθρωπους ηγεμόνες και σε διεστραμμένους εξουσιαστές, σε αργυρώνητους «σοφούς» συμβουλάτορες, σε δήμιους και σε χαφιέδες, σε φαύλους πιστούς, οπαδούς και υπηκόους, σε ζόμπι και μοιρολάτρες δούλους, φιγούρες του γκροτέσκου και του τραγικού, σκιές ανθρώπινες που δείχνουν στους υπόλοιπους που αντιστέκονται τι οφείλουν να μην κάνουν και τι πρέπει να κάνουν, για να μείνουν άνθρωποι, αυτοί και οι γενιές που έρχονται.
Αυτή η καπιταλιστική πραγματικότητα αναγκάζει τα υποκείμενα της ατομικής ιδιοκτησίας ν’ απομακρύνονται από την κοινωνία, να χάνουν σταδιακά την ανθρωπιά τους, να γίνονται περισσότερο ανασφαλή άτομα, σκληροί εκμεταλλευτές των συνανθρώπων τους που είναι αναγκασμένοι να εργάζονται σ’ αυτούς για να μεγαλώνει η ατομική ιδιοκτησία των αφεντικών τους. Γίνονται υπονομευτές των αντιπάλων τους, καθώς είναι αναγκασμένοι, για να σώσουν και να μεγαλώσουν την περιουσία τους και την εξουσία τους, να κάνουν εγκλήματα ατομικά και μαζικά, ακόμα και γενοκτονίες ολόκληρων λαών, στο όνομα κάποιας πατρίδας που την ταυτίζουν με τη δική τους περιουσία και εξουσία, με αποτέλεσμα να καταλήγουν εγκληματίες σε βάρος της ανθρωπότητας και του πολιτισμού.
Όλα αυτά δείχνουν, τελικά, πως η ατομική ιδιοκτησία όχι μόνο δεν προστατεύει τους κατόχους της, αλλά αντίθετα τους εκθέτει σε πολλαπλούς κινδύνους, αλλοιώνει την ανθρώπινη ιδιότητά τους, υπονομεύει τα ατομικά Εγώ τους και τα αναγκάζει να καταφεύγουν σε τοξικές θεωρίες και ιδεολογίες και σε ένα ταξικό υποκείμενο με τη μορφή του καπιταλιστικού κράτους, που στρέφεται ενάντια στην εργαζόμενη κοινωνία, ενάντια στο γενεσιουργό Εμείς, καταστρέφοντας τη μήτρα που τους γέννησε ως ανθρώπους, τη Φύση και τον ανθρώπινο πολιτισμό. Το τραγικά διδακτικότερο όλων είναι ότι τα Εγώ που αγνοούν ή αρνούνται ότι προέρχονται από το Εμείς, τελικά αυτοκαταστρέφονται τα ίδια ως ανασφαλή και ανελεύθερα αποανθρωποποιημένα εργαλεία μιας λαθεμένης αντίληψης και ενός καταστροφικού εξουσιαστικού μηχανισμού που κομματιάζει, μεταφορικά και κυριολεκτικά, την οντολογική υπόσταση εκατομμυρίων ανθρώπων, των κατόχων ατομικής ιδιοκτησίας μη εξαιρουμένων, έναντι «μιας χούφτας δολαρίων» το κεφάλι.
Το γεγονός ότι η ιδεολογία περί ατομικής ιδιοκτησίας αδυνατεί να πείσει όλη την κοινωνία για την ορθότητα και χρησιμότητά της, ανάγκασε την κυρίαρχη τάξη να την καταστήσει κρατική θρησκεία με την έννοια της λεγόμενης «ελεύθερης αγοράς» που συγχρονίζεται με τη σκοταδιστική θρησκεία, σύμφωνα με την οποία ο «θεός» έδωσε ελευθερία στους ανθρώπους όχι να μοιράσουν για να ζήσουν όλοι, αλλά να «κατακυριεύσουν τη Γη», όσοι προλάβουν βέβαια, γιατί σύμφωνα μ’ αυτές τις αντιλήψεις, που εμφανίζονται ακόμα και ως αναρχικές, «το άτομο οφείλει να βάζει τον εαυτό του στο κέντρο των πραγμάτων και στη συνέχεια να κάνει κτήμα του όσο μεγαλύτερο μέρος του  κόσμου μπορεί».[9] Όσο για τους άλλους που δεν κατάφεραν να ανήκουν στην «Ένωση των Εγωιστών», «έχει ο θεός», και με την ευλογία του θα τους φροντίσει το κράτος των ιδιοκτητών. Ο σκοπός ήταν να αναγνωριστεί το κράτος ως αφέντης και όχι ως συνολική έκφραση της κοινωνίας, με αποτέλεσμα την υποταγή της εργαζόμενης κοινωνίας σε μια πολυκέφαλη εξουσία που είναι ταυτόχρονα κράτος, «θεός», κεφάλαιο, νόμοι, δικαστήρια, στρατός, αστυνομία και κοινοβούλια, πίσω από τα οποία κρύβεται η μόνη πραγματική εξουσία, αυτή της τάξης των μεγαλοϊδιοκτητών των μέσων παραγωγής, το απάνθρωπο και καταστροφικό μεγάλο κεφάλαιο.
Για να το πετύχει αυτό το κεφάλαιο, έπρεπε να αποσπάσει το άτομο από την κοινωνία και τεμαχίζοντάς το σε θνητό σώμα και σε δήθεν «αθάνατη ψυχή» να το «θεοποιήσει», καλλιεργώντας του την ψευδαίσθηση ότι το Εγώ είναι ανώτερο από το Εμείς και συνεπώς το άτομο μπορεί να υπάρξει εκτός, και να δρα εναντίον, της κοινωνίας. Έτσι, αποκαλύπτεται ότι τα παραμύθια, της αστικής ιδεολογίας, της θρησκείας και κάποιων γκουρού της λεγόμενης αναρχίας, περί ατομικής ελευθερίας εκτός κοινωνίας, που ευλογούν την ατομική ιδιοκτησία, τελικά δεν εξυπηρετούν το άτομο αλλά το κεφάλαιο και την εξουσία των λίγων πάνω στους πολλούς, που ως εκμεταλλευόμενοι και εξαρτημένοι από την εξουσία των λίγων χάνουν την ελευθερία τους και πολύ συχνά και τη ζωή τους, για να νιώθουν ασφάλεια τα αφεντικά τους.
Καταλήγοντας μπορούμε να συμπεράνουμε ότι τα άτομα που αναλώνουν τη ζωή τους στην απόσπαση, με την ωμή βία ή με τη βία των νόμων που τα ίδια θέσπισαν, από την κοινωνία υλικών και άυλων αξιών, για να τα συσσωρεύσουν ως ατομική τους ιδιοκτησία που ξεπερνάει τις πραγματικές τους ανάγκες, υπέταξαν τη ζωή τους σε νεκρά υλικά πράγματα που ξεπερνούν τους ιδιοκτήτες τους και ως ατομική ιδιοκτησία στέκονται εχθρικά απέναντι στην κοινωνία. Άτομα και κοινωνίες, όμως, που δεν κυριαρχούνται από τη δίψα για ζωή και από τη ζωή την ίδια, αλλά από τη μανία απόκτησης και συσσώρευσης ατομικής ιδιοκτησίας, πλούτου και ανθρώπινων νεκρών υλικών δημιουργημάτων, γίνονται αρνητές της ζωής και της κοινωνίας που αποσκοπούν στην καθολική ευτυχία, γιατί ποτέ και κανένα άτομο δεν μπόρεσε να είναι ευτυχισμένο όταν η δική του ευτυχία προέρχεται αλλά και απειλείται από τη δυστυχία των συνανθρώπων του.
Αυτή η γκρίζα πραγματικότητα υποδηλώνει τελικά ότι σ’ αυτήν την περίπτωση το σημαίνον δεν είναι το Εγώ, αλλά η ατομική ιδιοκτησία, η οποία συνθλίβει κυριολεκτικά, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, τους φορείς της. Οπότε προκύπτει το ερώτημα αν μπορεί, σε συνθήκες οικονομικής και κοινωνικής ανισότητας να υπάρξει το Εγώ εκτός κοινωνίας, όταν μάλιστα αυτό δεν προσδιορίζεται από το Εμείς και το «γνώθι σ’ αυτόν», αλλά από σκοταδιστικούς μύθους και εξουσιαστικές ιδεολογίες. Όταν το Εγώ δεν ταυτίζεται με το συλλογικό Είναι, με το Εμείς, αλλά με την ιδιοκτησία, τότε «το Εγώ δεν είναι στην αρχή παρά η καθαρά αφηρημένη υποκειμενική ύπαρξη, η καθαρά κατηγορηματική ύπαρξη, η ύπαρξη που αν και διαφοροποιείται με τον εαυτό της δεν έχει σαν περιεχόμενο την αληθινή διαφορά, το προσδιορισμένο περιεχόμενο βρίσκεται έξω από τον εαυτό του και εδρεύει στο αντικείμενο».[10]
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να δούμε τι σημαίνει, για την κατά Χέγκελ[11]  φιλοσοφία του πνεύματος και του δικαίου, το να ταυτίζεται το Εγώ με το αντικείμενο, δηλαδή να ‘εδρεύει’ στην ατομική ιδιοκτησία και όχι στο συλλογικό υποκείμενο, στο Εμείς: «Με την εξάλειψη του αντικειμένου, το υποκείμενο εξαλείφει την ίδια του την ατέλεια. Αυτός ο διχασμός του εαυτούμέσα σε ένα Εγώ που βρίσκεται σε σχέση μ’ ένα εξωτερικό αντικείμενο δίνει μια αντικειμενική ύπαρξη στην υποκειμενική υπόσταση, το ίδιο που κάνει το αντικείμενο μια ύπαρξη υποκειμενική».[12] Με απλά λόγια, ο Χέγκελ μας λέει πως η ατομική ιδιοκτησία μάς διαφοροποιεί, δηλαδή μας αποσπά από το Εμείς, το συλλογικό εαυτό μας, τον οποίο και διχάζει υποτάσσοντάς τον ως αντικείμενο της ιδιοκτησίας που υποκειμενικοποιείται θεσμικά και γίνεται το σημαίνον και οι ατομικοί ιδιοκτήτες γίνονται απλά σημαινόμενα, γίνονται δούλοι του πλούτου τους, εχθροί των συνανθρώπων τους και εγκληματίες σε βάρος της κοινωνίας-ανθρωπότητας.
Καταλήγοντας διαπιστώνουμε πως η ατομική ιδιοκτησία παραμορφώνει τις οικονομικές δομές με αποτέλεσμα την υπερδιόγκωση των μη παραγωγικών τομέων, που αποσκοπούν στην υποστήριξη των ανισοτήτων και της εξουσίας του κεφαλαίου σε βάρος της κοινωνίας και την παραμέληση των παραγωγικών τομέων της οικονομίας που αποσκοπούν στην κάλυψη των βασικών αναγκών της κοινωνίας. Αυτή η αναντιστοιχία εκδηλώνεται με αλυσιδωτές οικονομικές κρίσεις σε μορφή σπιράλ που μεγεθύνουν τις ανισότητες, διευρύνουν την παγκόσμια πείνα και περιορίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις πολιτικές και κοινωνικές ελευθερίες σε αναλογία του 1% που κατέχει τα μέσα παραγωγής και ελέγχει την παγκόσμια οικονομία, προς το 99% του παγκόσμιου πληθυσμού που φυτοζωεί ταπεινωμένο και καταπιεζόμενο.
Το συμπέρασμα που λογικά προκύπτει από αυτήν την ανάλυση είναι ότι η ατομική ιδιοκτησία καταστρέφει τις θεμελιακές ιδιότητες του ανθρώπου, ως κοινωνικό και ιστορικό υποκείμενο, το οδηγεί ενάντια στη συλλογικότητα, στο Εμείς, από την οποία προέρχεται και μ’ αυτόν τον τρόπο περιορίζει, τους βαθμούς ελευθερίας και ασφάλειας τόσο του ιδιοκτήτη της, όσο και των υπόλοιπων μελών της κοινωνίας. Από αυτόν τον φαύλο κύκλο, της αντικοινωνικής αποανθρωποποίησης εξαιτίας της ατομικής ιδιοκτησίας και της απάνθρωπης σκοταδιστικής-θρησκευτικής αγυρτείας[13], μπορεί να μας βγάλει μόνο μια ‘επιστροφή στο Εμείς’, στη μικρή, στη μεγάλη και στην πολύ μεγάλη κοινωνία και στην επανασυγκόλλησή της, με την οριστική και ριζική κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας, της μόνης ικανής και αναγκαίας συνθήκης για να βγει η ανθρωπότητα από την καπιταλιστική βαρβαρότητα[14] και να μπει στην εποχή της πραγματικής ελευθερίας, της καθολικής ασφάλειας και του οικουμενικού ουμανιστικού πολιτισμού της άμεσης δημοκρατίας με περιεχόμενο την αταξική κοινωνία[15].
Κι όποιοι έχουν κάτι καλύτερο να προτείνουν ας μην το κρατάνε για τον εαυτό τους. Ας το καταθέσουν στο δημόσιο διάλογο, ο οποίος δεν έβλαψε ποτέ και κανέναν, εκτός από εκείνους που μας θέλουν κωφούς, μουγκούς, τυφλούς και δούλους κάποιου θεού που μας μισεί και αφέντη που μας ταπεινώνει, μας εκμεταλλεύεται και τελικά, για να μεγιστοποιήσει τα κέρδη του, μας σκοτώνει.

_________________


[1] Λάμπος Κώστας, Η γέννηση και ο θάνατος της ατομικής ιδιοκτησίας, ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2017, σελ. 60-67.
[2] John Ernst Steinbeck (1902-1968). Αμερικανός συγγραφέας, τιμήθηκε το 1962 με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.
[3] Erich Fromm (1900-1980). Γερμανός ουμανιστής κοινωνιολόγος και φιλόσοφος.
[4] Ο Νίκος Δήμου είναι Έλληνας συγγραφέας.
[5] «Εγώ ο εγωιστής, δεν έχω στην καρδιά μου την ευημερία αυτής της ‘ανθρώπινης κοινωνίας’. Δεν θυσιάζω τίποτα σ’ αυτήν, μόνο την χρησιμοποιώ, για να μπορώ όμως να την χρησιμοποιώ πλήρως, την μετατρέπω σε ιδιοκτησία μου και δημιούργημά μου, δηλαδή, την εκμηδενίζω και σχηματίζω στην θέση της την ένωση των εγωιστών», Stirner Max,Ο Μοναδικός και η Ιδιοκτησία του, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΘΥΡΑΘΕΝ, Θεσσαλονίκη 2005, σελ. 194.
[6] Freyer HansΕισαγωγή στην Κοινωνιολογία, Αναγνωστίδης, Αθήνα χ.χ., σελ. 173.
[7] Έριχ Φρομ, Να Έχεις ή να Είσαι;, Μπουκουμάνης, Αθήνα 1978, σελ. 111.
[8] Γιάννης Κορδάτος, Εισαγωγή εις την νομικήν επιστήμην, Μπουκουμάνης, Αθήνα 1977, σελ. 151.
[9] Max Stirner, The Ego and Its Own [Το Εγώ και το δικό του], Rebel Press, London 1993.
[10] Georg HegelΦιλοσοφία του πνεύματος, Αναγνωστίδης, Αθήνα χ.χ., σελ. 17.
[11] Georg Wilhelm Friedrich Hegel (1770-1831). Γερμανός φιλόσοφος.
[12] Στο ίδιο, σελ. 51.
[13] Βλέπε, Λάμπος Κώστας, Θεός και Κεφάλαιο. Δοκίμιο για τη σχέση μεταξύ θρησκείας και εξουσίας, ΚΟΥΚΚΙΔΑ, Αθήνα 2017.
[14] Βλέπε, Λάμπος Κώστας, Αμερικανισμός και Παγκοσμιοποίηση. Οικονομία του Φόβου και της Παρακμής, ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ, Αθήνα 2009.
[15] Βλέπε, Λάμπος Κώστας, Άμεση Δημοκρατία και Αταξική Κοινωνία. Η μεγάλη πορεία της ανθρωπότητας προς την κοινωνική ισότητα και τον ουμανισμό. ΝΗΣΙΔΕΣ, Θεσσαλονίκη 2012.